Top 10 του USA Box office για την περασμένη εβδομάδα:
1. Act of Valor $24.5M (συνολικά $24.5M)
2. Good Deeds $15,6 Μ, (συνολικά $15.6M)
3. Ταξίδι 2: Το μυστηριώδες νησί $13.4M (συνολικά $76.6M)
4. Το κρησφύγετο $10.9M (συνολικά $97.6M)
5. Έρωτας από την αρχή $9.92M (συνολικά $103M)
6. Ghost Rider: Spirit of Vengeance $9.01M ($38M συνολικά)
7. Αυτό θα πει πόλεμος $8.43M, (συνολικά $33.5M)
8. Wanderlust $6.53M (συνολικά $6.53M)
9. Μυστηριώδης εξαφάνιση $4.77M, (συνολικά $4.77M)
10. The Secret World of Arrietty $4.35M (συνολικά: $14.5M)
πηγή: imdb.com
Τα πάντα γύρω από τις τέχνες...Μουσική,βιβλία,ταινίες,καλλιτέχνες,συνεντεύξεις και πολλά άλλα....
Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012
Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012
And The Oscar Goes To...
Καλύτερη Ταινία: "The Artist"
Καλύτερη Σκηνοθεσία: Michel Hazanavicius για το "The Artist"
Α' Αντρικού Ρόλου: Jean Dujardin για το "The Artist"
Α' Γυναικείου Ρόλου: Meryl Streep για το "The Iron Lady"
Β' Αντρικού Ρόλου: Christopher Plummer για το "The Beginners"
Β' Γυναικείου Ρόλου: Octavia Spencer για το "The Help"
Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου: Woody Allen για το "Midnight in Paris"
Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου: Alexander Payne, Nat Faxon, και Jim Rash για την ταινία "The Descendants"
Καλύτερη ταινία Κινουμένων Σχεδίων: "Rango" του Gore Verbinski
Καλύτερη Ξενόγλωσση ταινία: "A Separation" του Asghar Farhadi
Καλύτερο ντοκιμαντέρ: "Undefeated" των TJ Martin, Dan Lindsay και Richard Middlemas
Καλύτερο ντοκιμαντέρ μικρού μήκους: "Saving Face" των Daniel Junge and Sharmeen Obaid-Chinoy
Καλύτερη ταινία μικρού μήκους: "The Shore" των Terry George και Oorlagh George
Καλύτερη ταινία κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους: "The Fantastic Flying Books of Mr. Morris Lessmore" των William Joyce και Brandon Oldenburg
Καλύτερη μουσική επένδυση: Ludovic Bource για το "The Artist"
Καλύτερο τραγούδι: "Man or Muppet" από την ταινία "The Muppets" του Bret McKenzie
Καλύτερο μοντάζ ήχου: Philip Stockton και Eugene Gearty για το "Hugo"
Καλύτερο μιξάζ ήχου: Tom Fleischman και John Midgley για το "Hugo"
Καλύτερη καλλιτεχνική διεύθυνση: Dante Ferretti και Francesca Lo Schiavo για το "Hugo"
Καλύτερη κινηματογραφία: Robert Richardson για το "Hugo"
Καλύτερο μακιγιάζ: Mark Coulier και J. Roy Helland για το "The Iron Lady"
Καλύτερα κουστούμια: Mark Bridges για το "The Artist"
Καλύτερο μοντάζ: Angus Wall και Kirk Baxter για το "The Girl with the Dragon Tattoo"
Καλύτερα οπτικά εφέ: Rob Legato, Joss Williams, Ben Grossmann και Alex Henning για το "Hugo"
Τα τιμητικά βραβεία για τη συνολική προσφορά απονεμήθηκαν στον James Earl Jones, τον Dick Smith και την Oprah Winfrey.
Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012
Mirror Mirror
Το τρεϊλερ της ταινίας Mirror Mirror (Χιονάτη) που θα βγει στους κινηματογράφους στις 30 Μαρτίου 2012!
Σύνοψη:
Μια σατανική μάγισσα κλέβει τον έλεγχο ενός βασιλείου και η εξόριστη πριγκίπισσα επιστρατεύει τη βοήθεια επτά πολυμήχανων νάνων για να κερδίσει πίσω το βασίλειό της από την ύπουλη Βασίλισσα.
Σύνοψη:
Μια σατανική μάγισσα κλέβει τον έλεγχο ενός βασιλείου και η εξόριστη πριγκίπισσα επιστρατεύει τη βοήθεια επτά πολυμήχανων νάνων για να κερδίσει πίσω το βασίλειό της από την ύπουλη Βασίλισσα.
Προτάσεις - Βιβλία
ΜΑΙΛΣ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
συγγραφέας: ΝΤΕΙΒΙΣ ΜΑΙΛΣ-ΤΡΟΥΠΚΟΥΙΝΣΥ
Σύνοψη:
Πολλές βιογραφίες έχουν εκδοθεί μέχρι τώρα για τον Μάιλς Ντέιβις, αλλά είναι η πρώτη φορά που ο μεγάλος τρομπετίστας της τζαζ μιλάει για τον εαυτό του, τη ζωή του και την πολύκροτη καριέρα του. Μιλάει για το πρόβλημα των ναρκωτικών στα μουσικά κυκλώματα, καυτηριάζει το ρατσισμό στην αμερικανική κοινωνία, αλλά πάνω απ'όλα μιλάει για τη μουσική και τους θρύλους της τζαζ με τους οποίους κατά καιρούς συνεργάστηκε: τον Μπερντ(Τσάρλι Πάρκερ), τον Ντίζυ, τον Μονκ, τον Μίνγκους, τον Κολτρέιν και τόσους άλλους.
ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ-BLUES
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ
Σύνοψη:
Η μουσική και οι άνθρωποι, που ταξίδεψαν από τον αμερικάνικο Νότο στις καρδιές των ανθρώπων του πλανήτη Γη. Πλούσια εικονογράφηση με σπάνιες ασπρόμαυρες και έγχρωμες φωτογραφίες. Η ιστορία των μπλούζ από το ξεκίνημά τους στο σικάγο μέχρι την καθιέρωση στο Μέμφις και στον κόσμο όλο. Ευρετήριο με βιογραφικά στοιχεία για τους 300 μεγαλύτερους καλλιτέχνες των μπλουζ.
BLUES PEOPLE
συγγραφέας: ΤΖΟΟΥΝΣ ΛΙΡΟΙ
Σύνοψη:
Ο συγγραφέας αντιμετωπίζει τις μουσικές εξελίξεις ως αυτό που πρωτίστως θα έπρεπε να είναι: ένας καλλιτεχνικός δηλαδή καθρέφτης της εποχής και των κοινωνικών μετασχηματισμών της, μέσα από τους οποίους δεν ανδρώθηκε μονάχα το σημαντικότερο κομμάτι της μαύρης μουσικής, μα και η σύγχρονη Αμερική. Κι όλα αυτά μέσα από τη ματιά ενός ανθρώπου ο οποίος, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, έζησε ενεργά τόσο τους κοινωνικούς αγώνες των Αμερικανών Νέγρων, όσο και τη μουσική τους.
Oscar time...
Την Κυριακή 27 Φεβρουαρίου είναι βραδιά Oscar και το Art Stories σας παραθέτει μερικές από τις υποψηφιότητες.
Α' Ανδρικού
Demian Bichir - A Better Life, George Clooney - The Descendants, Jean Dujardin - The Artist, Gary Oldman - Tinker Tailor Soldier Spy, Brad Pitt - Moneyball
Β' Ανδρικού
Kenneth Branagh - My Week With Marilyn, Jonah Hill - Moneyball, Nick Nolte - Warrior, Christopher Plummer - Beginners, Max von Sydow - Extremely Loud & Incredibly Close
A' Γυναικείου
Glenn Close - Albert Nobbs, Viola Davis - Τhe Help, Rooney Mara - The Girl with the Dragon Tattoo, Meryl Streep - The Iron Lady, Michelle Williams - My Week With Marilyn
Β' Γυναικείου
Berenice Bejo - Τhe Artist, Jessica Chastain - The Help, Melissa McCarthy - Bridesmaids, Janet McTeer - Albert Nobbs, Octavia Spencer - The Help
Σκηνοθεσίας
The Artist - Michel Hazanavicius, The Descendants - Alexander Payne, Hugo - Martin Scorsese, Midnight in Paris - Woody Allen, The Tree of Life - Terrence Malick
Καλύτερης Ταινίας
The Artist - Thomas Langmann (Παραγωγός)
The Descendants - Jim Burke, Alexander Payne and Jim Taylor (Παραγωγοί)
Extremely Loud & Incredibly Close - Scott Rudin (Παραγωγός)
The Help - Brunson Green, Chris Columbus and Michael Barnathan (Παραγωγοί)
Hugo - Graham King and Martin Scorsese (Παραγωγοί)
Midnight in Paris - Letty Aronson and Stephen Tenenbaum (Παραγωγοί)
Moneyball - Michael De Luca, Rachael Horovitz and Brad Pitt (Παραγωγοί)
The Tree of Life - Sarah Green, Bill Pohlad, Dede Gardner and Grant Hill (Παραγωγοί)
War Horse - Steven Spielberg and Kathleen Kennedy (Παραγωγοί)
Μουσικής
The Adventures of Tintin - John Williams, The Artist - Ludovic Bource, Hugo - Howard Shore, Tinker Tailor Soldier Spy - Alberto Iglesias, War Horse - John Williams
Ξενόγλωσσης Ταινίας
Βέλγιο, "Bullhead" - Michael R. Roskam (σκηνοθέτης)
Καναδάς, "Monsieur Lazhar" - Philippe Falardeau (σκηνοθέτης)
Ιράν, "A Separation" - Asghar Farhadi (σκηνοθέτης)
Ισραήλ, "Footnote" - Joseph Cedar (σκηνοθέτης)
Πολωνία, "In Darkness" - Agnieszka Holland (σκηνοθέτης)
Διασκευασμένου Σεναρίου
The Descendants - Alexander Payne and Nat Faxon & Jim Rash
Hugo - John Logan
The Ides of March - George Clooney & Grant Heslov and Beau Willimon
Moneyball - Steven Zaillian and Aaron Sorkin. Story by Stan Chervin
Tinker Tailor Soldier Spy - Bridget O'Connor & Peter Straughan
Σεναρίου
The Artist - Michel Hazanavicius
Bridesmaids - Annie Mumolo & Kristen Wiig
Margin Call - J.C. Chandor
Midnight in Paris - Woody Allen
A Separation - Asghar
Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012
Θόδωρος Αγγελόπουλος - Η Εκπομπή (1968)
Η πρώτη ταινία (μικρού μήκους) του Θόδωρου Αγγελόπουλου, η οποία παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1968.
SiLeNzIo Live Band @ Πρώτο Πάτωμα
Η SiLeNzIo Live Band σας προσκαλεί, την Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου, στο Πρώτο Πάτωμα (Τσιμισκή 97,1ος όροφος) για μια βραδιά με ροκ μπαλάντες και δικά της τραγούδια.
Δημήτρης Τόλιος (Κιθάρα,Φωνή)
Ελένη Αγριμάκη (Πιάνο,Φωνή)
Ώρα Έναρξης: 22.30
Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012
Kurt Donald Cobain (1967 – 1994)
Ο τελευταίος μύθος του ροκ εντ ρολ. Ιδρυτής του συγκροτήματος «Νιρβάνα» και χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος της μουσικής «Γκραντζ» («Grunge»), που συνδυάζει το πανκ και το χέβι-μέταλ. Με προβλήματα εθισμού στην ηρωίνη, δεν άντεξε την επιτυχία και τη μεγάλη δημοσιότητα και έβαλε τέλος στη ζωή του σε ηλικία 27 ετών.
Ο Κερτ Κομπέιν εξακολουθεί να συγκινεί και σήμερα με τη μουσική και την προσωπικότητά του. Κάθε χρόνο στις 5 Απριλίου οι φανατικοί οπαδοί των «Νιρβάνα» τιμούν τη μνήμη του με ολονυχτία στο Σιάτλ, την πόλη της δυτικής ακτής των ΗΠΑ, που ο Κομπέιν έβαλε στον παγκόσμιο μουσικό χάρτη.
Το 2001, ο συγγραφέας Charles R. Cross δημοσίευσε μια βιογραφία του Κομπέιν με τίτλο «Heavier Than Heaven». Επίσης κυκλοφορούν στα ελληνικά δύο βιβλία για τον Κερτ Κομπέιν. Το πρώτο είναι «Τα ημερολόγια του Κερτ Κομπέιν», που περιέχουν στίχους, σκίτσα και κείμενα - σκέψεις του για τη δόξα, τη μουσική και τους ανθρώπους που αγόραζαν και πουλούσαν αυτόν και τη μουσική του. Το δεύτερο βιβλίο είναι ένα μουσικό μυθιστόρημα με τίτλο «Κερτ Κομπέιν: Καταραμένο είδωλο», γραμμένο από τον ιταλό Τομάζο Πίντσιο.
Προτάσεις - Βιβλία
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΠΙΝΟΖΑ
συγγραφέας: ΓΙΑΛΟΜ ΙΡΒΙΝ
Σύνοψη:
ΠΟΙΟΣ ΉΤΑΝ Ο ΣΠΙΝΟΖΑ; Αυτή η θαρραλέα μορφή του 17ου αιώνα, αυτός ο μεγαλοφυής φιλόσοφος που με το έργο του επηρέασε την παγκόσμια σκέψη, και ο οποίος σε ηλικία εικοσιτριών ετών μετατράπηκε σε αποσυναγωγό για ολόκληρη την εβραΙκή κοινότητα του Άμστερνταμ, καθώς και για την ίδια του την οικογένεια; Ποιά ήταν η εσωτερική του ζωή; Σε τι οφειλόταν, ακριβώς δύο αιώνες αργότερα, η έλξη που άσκησε στον φιλόσοφο των Ναζί ο Σπινόζα; Γιατί λεηλάτησαν τη βιβλιοθήκη του, αλλά δεν έκαψαν τα βιβλία του; Ποιό ήταν το πρόβλημα Σπινόζα στο οποίο αναφερόταν; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούν εδώ και πάρα πολλά χρόνια τον ψυχίατρο και μυθιστοριογράφο Ίρβιν Γιάλομ. Στο συναρπαστικό καινούργιο του μυθιστόρημα, Το πρόβλημα Σπινόζα, δεν εξανθρωπίζει μόνο τον φιλόσοφο αλλά αποκαλύπτει την αφετηρία και το νόημα αυτής της ισχυρής μα αινιγματικής εμμονής. Εστιάζει το βλέμμα του στον Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ τον Ναζί ιδεολόγο που ευθυνόταν κυρίως για το διανοητικό πρόγραμμα του κόμματος του. Ο Ρόζενμπεργκ κατατρύχεται από την πνευματική κληρονομιά του ήρωα του, του Γκαίτε, από την στιγμή που ανακαλύπτει ότι ο ποιητής έτρεφε θαυμασμό για τον Σπινόζα: Έναν αποσυναγωγό Εβραίο, που η κοινότητα του τον κατηγόρησε ως αιρετικό και για τον οποίο ο Ρόζενμπεργκ νοιώθει σεβασμό και απώθηση μαζί.
Ο ΘΑΝΟΣ ΚΙ Ο ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
συγγραφέας: ΙΩΑΝΝΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Σύνοψη:
«Το ξέρω πως στο τέλος θα ηττηθώ από τον χρόνο. Μέχρι τότε προσπαθώ να τον κερδίζω στα σηµεία». Από την Πάτρα του 1947 µέχρι την Ελλάδα του Μνηµονίου, ο Θάνος Μικρούτσικος µιλάει για τη ζωή του, το τραγούδι, την πολιτική. Σηµάδια που «κέρδισε» από τον χρόνο και σηµάδια που ο ίδιος έβαλε στον χάρτη του νεοελληνικού πολιτισµού. Γεγονότα, σκέψεις, συναισθήµατα µιας συναρπαστικής διαδροµής. Παρεµβάλλονται κείµενα του Οδυσσέα Ιωάννου, µατιές και σκέψεις του επάνω στις αφηγήσεις του συνθέτη.
ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ
συγγραφέας: ΜΠΟΥΚΑΙ ΧΟΡΧΕ
Σύνοψη:
Ο Ντεμιάν είναι ένας ανήσυχος νεαρός φοιτητής που προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό του. Οι αναζητήσεις του τον κατευθύνουν στον «Χοντρό», έναν πολύ ιδιόρρυθμο ψυχαναλυτή που τον βοηθά να αντιμετωπίσει τη ζωή και να βρει απαντήσεις στα ερωτήματά του με έναν τρόπο πολύ πρωτότυπο: σε κάθε συνάντηση, του διηγείται από μία ιστορία, κλασική ή μοντέρνα, «ανατολίτικη» ή «δυτικότροπη», που πηγάζει από τη λαϊκή προφορική παράδοση ή απευθείας από τη φαντασία του «Χοντρού». Οι ιστορίες αρχίζουν να λειτουργούν ως παραβολές, και ο Ντεμιάν κατασιγάζει τις αγωνίες και τις ανασφάλειές του, ωριμάζοντας μάλλον, παρά βρίσκοντας «έτοιμες λύσεις» και «συνταγές ευτυχίας»... Οι σχέσεις μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου δεν είναι ?ούτε αυτές? συμβατικές και αναμενόμενες.
Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012
Bohemian Rhapsody
Εμβληματικό τραγούδι των Queen, διάρκειας 5:55 λεπτών, με ανορθόδοξη δομή. Ηχογραφήθηκε τον Αύγουστο του 1975 στο Λονδίνο για να συμπεριληφθεί στο άλμπουμ του συγκροτήματος «A Night At the Opera» και κυκλοφόρησε σε σινγκλ στις 31 Οκτωβρίου 1975.
Το «Bohemian Rhapsody» («H Ραψωδία ενός Μποέμ») γράφτηκε εξ ολοκλήρου από τον ηγέτη των Queen, Φρέντι Μέρκιουρι και όχι από όλα τα μέλη του συγκροτήματος, όπως το συνήθιζαν. Ξεκινά με την απορία του τραγουδιστή για το αν η ιστορία που θα διηγηθεί είναι πραγματική ή φανταστική. Στη συνέχεια αναφέρεται σε ένα νεαρό άνδρα που σκοτώνει κατά τύχη ένα συνάνθρωπό του και όπως ο Φάουστ πουλά την ψυχή του στο Διάβολο για να σωθεί. Ένα βράδυ πριν από την εκτέλεσή του καλεί τον θεό των Μουσουλμάνων («Μπισμιλάχ!») και με τη βοήθεια των Αγγέλων κερδίζει και πάλι την ψυχή του από τον Διάβολο (Σαϊτάν).
Μερίδα των κριτικών, αλλά και ο κιθαρίστας των Queen, Μπράιαν Μέι, υποστηρίζουν ότι το τραγούδι είναι αυτοβιογραφικό και συνδιαλέγεται με τους προσωπικούς δαίμονες του Μέρκιουρι, όπως η αμφιφυλία του, που ποτέ δεν ομολόγησε δημόσια.
Το «Bohemian Rhapsody» με την ανορθόδοξη δομή (χωρίς ρεφρέν) και τη μεγάλη διάρκεια έκανε επιφυλακτική την ΕΜΙ για να το κυκλοφορήσει σε σινγκλ. Κάμφθηκε μόνο, όταν το τραγούδι άρχισε να ακούγεται από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, όπου είχε φροντίσει να το διοχετεύσει ο Μέρκιουρι εν αγνοία της δισκογραφικής του εταιρείας.
Το τραγούδι μπορεί να διακριθεί σε έξη μέρη:
Α. «Εισαγωγή» (0:00-0:48)
Β. «Μπαλάντα» (0:48-2:36)
Γ. «Σόλο Κιθάρας» (2:36-3:03)
Δ. «Όπερα» (3:03-4:07)
Ε. «Χαρντ Ροκ» (4:07-4:55)
ΣΤ. «Επίλογος» (4:55-5:55)
Το «Bohemian Rhapsody» γνώρισε αμέσως μεγάλη επιτυχία, παρά τις επιφυλάξεις της κριτικής. Ανέβηκε στο Νο1 του αγγλικού πίνακα επιτυχιών και στο Νο2 του αντίστοιχου αμερικανικού. Σήμερα θεωρείται ένα από τα κλασσικά τραγούδια της ροκ μουσικής και βρίσκεται σχεδόν πάντα μέσα στους σχετικούς πίνακες με τα κορυφαία του είδους.
Πηγή: sansimera.gr
Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012
Σινεμά ο παράδεισος (1988) - Giuseppe Tornatore
Σενάριο/Σκηνοθεσία: Giuseppe Tornatore
Παίζουν: Antonella Attili, Enzo Cannavale, Isa Danieli, Leo Gullotta, Marco Leonardi
Μουσική: Ennio Morricone
Ένα κλασικό αριστούργημα που λάτρεψε το κινηματογραφικό κοινό. Ο Giuseppe Tornatore κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα μία ταινία που εκφράζει την ερωτική σχέση που συχνά διατηρούμε με τον κινηματογράφο...
Ένας Ανδαλουσιανός Σκύλος (1929) - Λουίς Μπουνιουέλ
Μια σουρεαλιστική ταινία μικρού μήκους του σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, σε συνεργασία με τον Σαλβαδόρ Νταλί. Πολύ πρωτοποριακή για την εποχή της. Αξίζει να τη δείτε!
Hugo
Σκηνοθεσία: Μάρτιν Σκορσέζε
Πρωταγωνιστούν: Έιζα Μπάτερφιλντ, Κλόι Μορέντζ, Μπεν Κίνγκσλεϊ, Τζουντ Λο
Παρίσι, δεκαετία του ’30: Ένα 12χρονο ορφανό αγόρι, ο Χιούγκο Καμπρέ, κατοικεί στις εσωτερικές στοές του σιδηροδρομικού σταθμού στο κέντρο της πόλης, φροντίζοντας τα ρολόγια του πολυσύχναστου σταθμού και ζει κλέβοντας από τους πάγκους των καταστημάτων που υπάρχουν στον σταθμό. Σταθερή παρέα του ένα μυστηριώδες ανθρωπόμορφο μηχάνημα που έχει στο κέντρο του μία υποδοχή για ένα κλειδί σε σχήμα καρδιάς, το οποίο αποτελεί και το μόνο πράγμα που του έχει απομείνει από τον πατέρα του. Όταν ο κόσμος του συνδέεται ξαφνικά -σαν τα γρανάζια των ρολογιών που φροντίζει- με ένα εκκεντρικό κορίτσι που λατρεύει τα βιβλία και τις περιπέτειες κι έναν πικρόχολο γέρο, ιδιοκτήτη ενός μικρού καταστήματος παιχνιδιών στον σταθμό, η μυστική ζωή και το πολύτιμο μυστικό του Χιούγκο, που τον συνδέει με τον νεκρό πατέρα του, κινδυνεύουν ν’ αποκαλυφθούν. Ένα αινιγματικό σχέδιο, ένα πολύτιμο σημειωματάριο, μια κλειδαριά σε σχήμα καρδιάς, ένα κλεμμένο κλειδί, ένας μηχανικός άνθρωπος και το καλά κρυμμένο μήνυμα του νεκρού πατέρα του Χιούγκο απαρτίζουν τη ραχοκοκαλιά αυτής της περίπλοκης, τρυφερής και μαγευτικής ιστορίας ενός παιδιού αλλά και του ίδιου του κινηματογράφου, που φτάνει κι ενίοτε ξεπερνά τα όρια της μαγείας...
Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012
Κι O Κλήρος Επεσε Στον Σμάϊλι (Tinker, Tailor, Soldier, Spy)
Σκηνοθεσία: Τόμας Άλφρεντσον
Πρωταγωνιστούν: Γκάρι Όλντμαν, Κόλιν Φερθ, Τομ Χάρντι, Μαρκ Στρονγκ, Τζον Χαρτ, Σάϊαραν Χιντς
Ο Τζορτζ Σμάιλι, πρώην υπάλληλος της Υπηρεσίας Πληροφοριών, αναλαμβάνει να ξετρυπώσει έναν «Τυφλοπόντικα» που έχει φωλιάσει στα ανώτερα κλιμάκια της βρετανικής αντικατασκοπείας και πουλάει μυστικά στη Σοβιετική Ένωση. Για να τον ανακαλύψει, ο Σμάιλι αρχίζει ένα δύσκολο σκακιστικό παιχνίδι με τον Κάρλα, τον Σοβιετικό ομόλογό του. Κινήσεις που στην αρχή φαντάζουν ασύνδετες μεταξύ τους στο τέλος θα συγκλίνουν και θ’ αποκαλύψουν την ταυτότητα του «Τυφλοπόντικα». Κι όλα αυτά σ’ έναν αμείλικτο ψυχρό πόλεμο, όπου δεν υπάρχουν καλοί και κακοί.
Θεωρείται ένα από τα πιο δυνατά κατασκοπικά θρίλερ της χρονιάς και έχει 3 υποψηφιότητες για Oscar (πρώτου ανδρικού - Gary Oldman, μουσικής - Alberto Iglesias και διασκευασμένου σεναρίου). Σας το προτείνουμε ανεπιφύλακτα!
Παράλληλοι Μονόλογοι
Του Δημήτρη Τόλιου,
Ας υποθέσουμε ότι παρακολουθούμε στην τηλέοραση, έναν διάλογο που εξελίσσεται ανάμεσα σε δύο "σημαντικά" πρόσωπα, με σκοπό την επίλυση ενός προβλήματος. Ο πρώτος συνομιλητής ξεκινάει διατυπώνοντας τις θέσεις του για το επίμαχο θέμα και στη συνέχεια, ο δεύτερος συνομιλητής του "απαντάει", διατυπώνοντας κι αυτός τις θέσεις του για το ίδιο ακριβώς θέμα. Αργότερα, ο πρώτος συνομιλητής αναπτύσσει τις σκέψεις του σχετικά με το τι πρέπει να γίνει για να επιλυθεί το πρόβλημα. Έπειτα, ο δεύτερος συνομιλητής απαντάει, αναπτύσσοντας κι αυτός τις δικές του σκέψεις. Η "συζήτηση" προχωράει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο για μισή περίπου ώρα. Δηλαδή, ο καθένας παρουσιάζει τις απόψεις του, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται να ακούσει τι αντιπροτείνει ο συνομιλητής του.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, ότι δεν παρακολουθούμε κάποιον "διάλογο", αλλά δύο Παράλληλους Μονολόγους.Κι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα! Το παραπάνω φαινόμενο συναντάται συχνά, είτε στην τηλεόραση, είτε στο ραδιόφωνο, είτε ακόμα και σε μια συζήτηση μεταξύ φίλων.
Ως διάλογος, ορίζεται η συζήτηση ανάμεσα σε δύο πρόσωπα ή ομάδες ανθρώπων, κατά την οποία ο καθένας από τους συνομιλητές, παίρνει εναλλάξ το λόγο, για να διατυπώσει την άποψη του πάνω σε κάποιο θέμα.Σκοπός του διαλόγου, είναι η ανταλλαγή απόψεων, που ενδεχομένως θα οδηγήσει είτε σε ταύτιση τους, είτε σε ολική ή μερική απόκλιση αυτών. Σίγουρα όμως θα βγει κάποιο αποτέλεσμα. Με το να μιλάει ο καθένας μονός του, δεν επιτυγχάνεται τίποτα περισσότερο, απ το να προβάλονται κάποιες ναρκισσιστικές τάσεις: "Ακούστε με τι ωραία που τα λέω..., Μόνο εγώ έχω δίκιο.... κ.ο.κ."
Είναι κοινότοπο ίσως να επαναλάβουμε την διάσημη φράση ενός βιογράφου του Βολταίρου : "Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε με μια λέξη απ' όσα λες, αλλά θα υπερασπίζομαι, και με το τίμημα της ζωής μου ακόμα, το δικαίωμα σου, να λες όσα πρεσβεύεις", αλλά είναι κι αναγκαίο. Πιστεύω ότι πρέπει να μάθουμε να δίνουμε "χώρο και χρόνο" στον συνομιλητή μας, να εκθέτει κι αυτός τα δικά του επιχειρήματα, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να πειστούμε περισσότερο για την ορθότητα των δικών μας επιχειρημάτων, ή αν θέλετε, για το ότι μπορεί και κάπου να κάνουμε λάθος. Σίγουρα όμως είναι σημαντικό να μάθουμε να ακούμε. Όταν κανένας δεν ακούει κανέναν, δεν υφίσταται διάλογος, και κατ' επέκταση, είναι δύσκολο να προκύψει κάποια λύση του ενδεχόμενου προβλήματος. Το ερώτημα βέβαια είναι: γιατί κανένας να μην ακούει κανέναν;
Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι είναι πολύ εύκολο για κάποιον να είναι κατηγορηματικός στις απόψεις του και να μην δέχεται μια αντίθετη γνώμη, γιατί έτσι δε χρείαζεται να επιχειρηματολογήσει και η προέκταση αυτού, είναι να μην εκτείθεται! Όμως, όπως είπε κι ένας μεγάλος ποιητής :
Όταν ένας άνθρωπος δεν αξίζει να κινδυνεύσει για τις γνώμες του, τότε δύο πράγματα συμβαίνουν :
1) Ή δεν αξίζουν οι γνώμες,
2) Ή δεν αξίζει ο άνθρωπος.
(Έζρα Πάουντ)
Ας υποθέσουμε ότι παρακολουθούμε στην τηλέοραση, έναν διάλογο που εξελίσσεται ανάμεσα σε δύο "σημαντικά" πρόσωπα, με σκοπό την επίλυση ενός προβλήματος. Ο πρώτος συνομιλητής ξεκινάει διατυπώνοντας τις θέσεις του για το επίμαχο θέμα και στη συνέχεια, ο δεύτερος συνομιλητής του "απαντάει", διατυπώνοντας κι αυτός τις θέσεις του για το ίδιο ακριβώς θέμα. Αργότερα, ο πρώτος συνομιλητής αναπτύσσει τις σκέψεις του σχετικά με το τι πρέπει να γίνει για να επιλυθεί το πρόβλημα. Έπειτα, ο δεύτερος συνομιλητής απαντάει, αναπτύσσοντας κι αυτός τις δικές του σκέψεις. Η "συζήτηση" προχωράει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο για μισή περίπου ώρα. Δηλαδή, ο καθένας παρουσιάζει τις απόψεις του, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται να ακούσει τι αντιπροτείνει ο συνομιλητής του.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, ότι δεν παρακολουθούμε κάποιον "διάλογο", αλλά δύο Παράλληλους Μονολόγους.Κι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα! Το παραπάνω φαινόμενο συναντάται συχνά, είτε στην τηλεόραση, είτε στο ραδιόφωνο, είτε ακόμα και σε μια συζήτηση μεταξύ φίλων.
Ως διάλογος, ορίζεται η συζήτηση ανάμεσα σε δύο πρόσωπα ή ομάδες ανθρώπων, κατά την οποία ο καθένας από τους συνομιλητές, παίρνει εναλλάξ το λόγο, για να διατυπώσει την άποψη του πάνω σε κάποιο θέμα.Σκοπός του διαλόγου, είναι η ανταλλαγή απόψεων, που ενδεχομένως θα οδηγήσει είτε σε ταύτιση τους, είτε σε ολική ή μερική απόκλιση αυτών. Σίγουρα όμως θα βγει κάποιο αποτέλεσμα. Με το να μιλάει ο καθένας μονός του, δεν επιτυγχάνεται τίποτα περισσότερο, απ το να προβάλονται κάποιες ναρκισσιστικές τάσεις: "Ακούστε με τι ωραία που τα λέω..., Μόνο εγώ έχω δίκιο.... κ.ο.κ."
Είναι κοινότοπο ίσως να επαναλάβουμε την διάσημη φράση ενός βιογράφου του Βολταίρου : "Μπορεί να μη συμφωνώ ούτε με μια λέξη απ' όσα λες, αλλά θα υπερασπίζομαι, και με το τίμημα της ζωής μου ακόμα, το δικαίωμα σου, να λες όσα πρεσβεύεις", αλλά είναι κι αναγκαίο. Πιστεύω ότι πρέπει να μάθουμε να δίνουμε "χώρο και χρόνο" στον συνομιλητή μας, να εκθέτει κι αυτός τα δικά του επιχειρήματα, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να πειστούμε περισσότερο για την ορθότητα των δικών μας επιχειρημάτων, ή αν θέλετε, για το ότι μπορεί και κάπου να κάνουμε λάθος. Σίγουρα όμως είναι σημαντικό να μάθουμε να ακούμε. Όταν κανένας δεν ακούει κανέναν, δεν υφίσταται διάλογος, και κατ' επέκταση, είναι δύσκολο να προκύψει κάποια λύση του ενδεχόμενου προβλήματος. Το ερώτημα βέβαια είναι: γιατί κανένας να μην ακούει κανέναν;
Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι είναι πολύ εύκολο για κάποιον να είναι κατηγορηματικός στις απόψεις του και να μην δέχεται μια αντίθετη γνώμη, γιατί έτσι δε χρείαζεται να επιχειρηματολογήσει και η προέκταση αυτού, είναι να μην εκτείθεται! Όμως, όπως είπε κι ένας μεγάλος ποιητής :
Όταν ένας άνθρωπος δεν αξίζει να κινδυνεύσει για τις γνώμες του, τότε δύο πράγματα συμβαίνουν :
1) Ή δεν αξίζουν οι γνώμες,
2) Ή δεν αξίζει ο άνθρωπος.
(Έζρα Πάουντ)
Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012
Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996)
''Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου...'' (Άξιον Εστί, Απόσπασμα)
Ο Οδυσσέας Ελύτης πρωτοπαρουσίασε το έργο του σε ηλικία 23 χρόνων στο περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα» τον Νοέμβριο του 1935. Ηταν μια σειρά ποιημάτων τα οποία χαρακτηρίστηκαν από τον Γιώργο Θεοτοκά «σαν μυστηριακό ξημέρωμα στο Αιγαίο». Η λογοτεχνική του αφύπνιση ήρθε όταν φοιτητής της Νομικής διάβασε ένα βιβλίο του ποιητή Πολ Ελυάρ. Ως τότε, όπως ομολογεί ο ίδιος στα «Ανοιχτά χαρτιά» το 1974, θεωρούσε την ποίηση «ένα φλύαρο και ανιαρό ρυθμοκόπημα. Τα ποιήματα χρησίμευαν για να μιλάνε για τα βουνά ή τα ποτάμια και να λεν κοινοτοπίες». Ο Ελυάρ τού αλλάζει την αντίληψη αυτή, του συστήνει μια καινούργια γλώσσα και μια νέα μέθοδο έκφρασης. Στο πλαίσιο αυτής της «γνωριμίας» θα συναντηθεί με τους Σεφέρη, Θεοτοκά, Κατσίμπαλη και Καραντώνη, ιδρυτές του περιοδικού «Τα Νέα Γράμματα», οι οποίοι θα τολμήσουν να συμπεριλάβουν τα ποιήματα του νέου φίλου τους και ποιητή.
Ο Οδυσσέας Ελύτης ξεκίνησε το «ταξίδι» του ως Οδυσσέας Αλεπουδέλης στις 2 Νοεμβρίου 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, αν και καταγόταν από τη Λέσβο. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και πραγματοποιούσε συχνά ταξίδια στις Σπέτσες, στην Αίγινα, στην Τήνο και στη Λέσβο καθώς και στο εξωτερικό. Αυτές είναι και οι πρώτες περιπλανήσεις του νεαρού ποιητή, αργότερα θα ταξιδέψει με τον Ανδρέα Εμπειρίκο σε όλη την Ελλάδα, ανακαλύπτοντας λεπτομέρειες της ελληνικής παράδοσης αλλά και γωνιές εκπληκτικού κάλλους, καταλυτικής σημασίας για το έργο του. Το 1930 ο Ελύτης εγγράφεται στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αν και δεν πήρε ποτέ το πτυχίο του.
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο «πατέρας» του υπερρεαλισμού, είναι αυτός που μύησε τον Ελύτη στο κίνημα. Ο Ελύτης βεβαίως δεν υποτάχθηκε ποτέ πραγματικά στον υπερρεαλισμό, αλλά άντλησε με προσοχή τα απαραίτητα στοιχεία και τα προσάρμοσε στο έργο του. Τα πρώτα έργα του (1929-1943), ανάμεσά τους οι ποιητικές συλλογές «Προσανατολισμοί» (1940) και «Ηλιος ο πρώτος» (1943) (σε μικρότερο βαθμό), διακρίνονται από έντονο νησιωτισμό, μια σχεδόν παγανιστική λατρεία της φύσης, ενώ παράλληλα ξεχειλίζουν από στοιχεία της μυθολογίας και της αρχαίας ελληνικής παράδοσης. Κυρίαρχα στοιχεία: το Αιγαίο με την αλμύρα του, τα χρώματα καθώς και ο ήλιος του.
Τον Δεκέμβριο του 1940 ο ποιητής κατατάχθηκε στο αλβανικό μέτωπο ως έφεδρος ανθυπολοχαγός. Με βαρύ κρούσμα κοιλιακού τύφου στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων, την παραμονή της εισόδου των Γερμανών στην πόλη, έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στο να παραμείνει εκεί και στο να συλληφθεί ως αιχμάλωτος πολέμου ή να μεταφερθεί στην Αθήνα με κίνδυνο της ζωής του. Επέλεξε το δεύτερο. Ο πόλεμος σημάδεψε τον ποιητή. Οπως και η εικόνα της μεταπολεμικής Ελλάδας, καταδυναστευμένης από την Κατοχή αλλά και τον Εμφύλιο. Στα ποιήματα το κύμα πλέον είναι αγριεμένο. Το ελληνικό τοπίο χρησιμοποιείται μεταφορικά και δοξάζει την ελευθερία, ενώ καταδικάζει τον πόλεμο και την υποταγή του πνεύματος. Ο «Ηλιος ο πρώτος» είναι το πρώτο δείγμα της ποιητικής αυτής ωρίμασης. Το «Ασμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», το οποίο δημοσιεύεται για πρώτη φορά το 1945 στο περιοδικό «Τετράδιο», εκφράζει βαθύτερα αυτή τη σύγκρουση φύσης και ανθρώπινη αυτοκαταστροφής. «Ελευθερία για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος».
Το 1959 δημοσιεύει το «Αξιον εστί». Διετέλεσε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) (1945) και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν» (1953). Επίσης, συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Καθημερινή» ως κριτικός τέχνης, «Ελευθερία» και «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση». Το 1946 συναντά τον αληθινό του δάσκαλο, τον ποιητή Πολ Ελυάρ. Σε αυτή τη συνάντηση οφείλει το ταξίδι του στο Παρίσι, το 1948. Στην Πόλη του Φωτός γνωρίζει τους Πικάσο και Ματίς, και συνειδητοποιεί ότι θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και ζωγράφος. Ο ζωγράφος Ελύτης επηρεάστηκε κυρίως από τον νεοϊμπρεσιονισμό αλλά και τον υπερρεαλισμό. Εξέθεσε τα έργα του στη διεθνή έκθεση ιμπρεσιονιστών στην Αθήνα το 1935, ενώ πραγματοποίησε και προσωπική έκθεση στην γκαλερί Thyelska στη Στοκχόλμη, το 1979.
Δεν ήταν όμως η ζωγραφική αυτή που τον επιβράβευσε. Το «Αξιον εστί» υπήρξε η αφορμή για τη διεθνοποίηση του ποιητή. Το 1960 κερδίζει το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Το 1961 ξεκινάει συνεργασία με τον Μίκη Θεοδωράκη για τη μελοποίηση του ποιήματος, το οποίο θα εκτελεστεί για πρώτη φορά στον κινηματογράφο «Ρεξ» το 1964. Κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος του 1967 καταφεύγει στη Γαλλία. Οι συλλογές «Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά» (1971), «Τα ρω του έρωτα» (1972), «Μαρία Νεφέλη» 1978 καθώς και ένα δοκίμιο για τον Ανδρέα Εμπειρίκο αντιπροσωπεύουν την ρομαντική περίοδο του ποιητή.
Στις 10 Δεκεμβρίου 1979 τού απενεμήθη το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Στην απονομή του βραβείου στη Στοκχόλμη ο ποιητής ξεκίνησε της ομιλία του ως εξής: «Ας μου επιτραπεί να μιλήσω περί φωτεινότητας και διαφάνειας». Ο λεκτικός πλούτος και η ικανότητά του να αναπλάθει τις λέξεις απετέλεσαν σημείο αναφοράς για τους μεταγενέστερους ποιητές και συγγραφείς. Η ποίησή του έχει γραφεί με τη χρήση περίπου 8.000 λέξεων, ενώ αυτή του Καβάφη, π.χ., με 3.500 λέξεις.
Ο θάνατος του ποιητή δεν σήμανε το τέλος του έργου του. Τα έργα «Εκ του πλησίον» και «2x7ε» δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του. Ο Οδυσσέας Ελύτης πέθανε στις 18 Μαρτίου 1996 από ανακοπή καρδιάς στο σπίτι του στην Αθήνα. Στο πλευρό του, η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, η οποία τον συντρόφευε τα τελευταία 13 χρόνια της ζωής του. Δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Για τον Ελύτη ο θάνατος δεν ήταν παρά ακόμη ένα ταξίδι. «Είπα θα φύγω. Τώρα. Μ' ό,τι να 'ναι: τον σάκο μου τον ταξιδιωτικό στον ώμο, στην τσέπη μου έναν οδηγό, τη φωτογραφική στο χέρι. Βαθιά στο χώμα και βαθιά στο σώμα θα πάω να βρω ποιος είμαι. Τι δίνω, τι μου δίνουν και περισσεύει το άδικο. Χρυσέ της ζωής αέρα» («Ο μικρός Ναυτίλος», 1985).
Joshua Bell: Ένας βιολιστής στο μετρό...
Κάποιο κρύο πρωινό του Ιανουαρίου του 2007, ένας άντρας ξεκίνησε να παίζει το βιολί του σε κεντρικό σταθμό του μετρό. Έπαιξε για περίπου 45 λεπτά. Κατά τη διάρκεια αυτών των 45 λεπτών, δεδομένου ότι ήταν ώρα αιχμής, πέρασαν από μπροστά του αρκετές χιλιάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι πηγαίνοντας στη δουλειά τους. Τρία λεπτά μετά την έναρξη της μουσικής, ένας μεσήλικος κύριος παρατήρησε ότι υπήρχε ένας μουσικός που έπαιζε βιολί, τον κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα και συνέχισε το βιαστικό του βηματισμό. Ένα λεπτό αργότερα, ο βιολιστής εισέπραξε το πρώτο του δολάριο, από μια κυρία που το πέταξε στο καπέλο του καθώς περνούσε από μπροστά του χωρίς να σταματήσει καθόλου. Λίγο αργότερα, κάποιος ακούμπησε στον τοίχο και τον άκουσε για λίγο, αλλά μετά κοίταξε το ρολόι του και έφυγε βιαστικός.
Περισσότερο από όλους τους περαστικούς, ασχολήθηκε μαζί του ένα αγόρι,περίπου τριών χρονών, το οποίο ήθελε να σταματήσει για να ακούσει, αλλά η μητέρα του το τράβηξε για να συνεχίσουν τη διαδρομή τους. Το παιδί κοιτούσε συνεχώς προς τα πίσω καθώς απομακρυνόταν. Το ίδιο επαναλήφθηκε και με άλλα παιδιά και τους γονείς τους, οι οποίοι,χωρίς καμία εξαίρεση, τα τράβαγαν για να συνεχίσουν το δρόμο τους. Στα 45 λεπτά μουσικής, συνολικά σταμάτησαν για να ακούσουν μόνο 6 άνθρωποι, ενώ περίπου 20 άνθρωποι έριξαν λεφτά στο καπέλο καθώς συνέχιζαν να περπατούν, χωρίς να ελαττώσουν την ταχύτητα τους. Η συνολική είσπραξη ήταν 32 δολάρια. Όταν η μουσική σταμάτησε και υπήρξε σιωπή, κανείς δεν το πρόσεξε. Κανείς δε χειροκρότησε, ούτε υπήρξε κανενός άλλου είδους αναγνώριση.
Αυτό που δεν ήξερε κανείς ήταν ότι ο συγκεκριμένος βιολιστής ήταν ο Joshua Bell, ένας από τους καλύτερους μουσικούς του κόσμου, και έπαιζε με ένα βιολί Stradivarius αξίας 3,5 εκατομμυρίων δολαρίων, κατασκευασμένο από τον ίδιο τον Antonio Stradivari το 1713. Δύο ημέρες νωρίτερα, ο Joshua Bell έπαιξε σε ένα κατάμεστο θέατρο της Βοστώνης και η τιμή ενός κάτω-του-μετρίου εισιτηρίου ήταν 100 δολάρια. Ο Bell αμείβεται με περίπου 1000 δολάρια το λεπτό!
Το συγκεκριμένο πείραμα, οργανώθηκε από την εφημερίδα Washington Post, ως μέρος μιας κοινωνικής μελέτης περί του τι εκλαμβάνουμε ως σημαντικό, τι μας αρέσει, και σε τι δίνουμε προτεραιότητα. Η γενική περιγραφή του πειράματος ήταν: « Σε ένα συνηθισμένο περιβάλλον, σε μια ακατάλληλη ώρα, αντιλαμβανόμαστε το ωραίο; Σταματάμε για να το ευχαριστηθούμε; Αναγνωρίζουμε το ταλέντο σε ένα μη-αναμενόμενο περιβάλλον;»
Η ιστορία πίσω από το «The Wall» των Pink Floyd
Η τεράστια επιτυχία που είχε γνωρίσει το «Dark Side Of The Moon» και το «Wish You Were Here» παγίδεψε τους Pink Floyd, οι οποίοι μετατράπηκαν άθελά τους σε ένα συγκρότημα αρένας. Η παλιά μαγεία μεταξύ συγκροτήματος και κοινού είχε χαθεί. Η πλειοψηφία αυτού του κοινού δεν καταλάβαινε τι ήθελε να τους πει ο Roger Waters με τα τραγούδια του….
Το «Wall» άντλησε την έμπνευσή του από την εξοντωτική, από κάθε άποψη, περιοδεία των Pink Floyd για το δίσκο «Animals». Στη διάρκεια εκείνης της περιοδείας, ο μπασίστας και τραγουδιστής του συγκροτήματος, Roger Waters, υπέκυψε στην κούραση που είχαν προκαλέσει ο ελάχιστος ύπνος, οι πολλοί σταθμοί και ο αμείωτος θαυμασμός του κόσμου. Μια βραδιά που οι Pink Floyd έδιναν συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο του Montreal στον Καναδά, καθώς έπαιζαν το δεύτερο μέρος του «Pigs On The Wing», διάφοροι θεατές πετούσανε πυροτεχνήματα. O Waters άρχισε να βρίζει και να δείχνει φανερά εκνευρισμένος. Στην ίδια συναυλία ένας οπαδός, που βρισκόταν στην πρώτη σειρά, φώναζε και ούρλιαζε συνέχεια. Όταν αυτός ο οπαδός προσπάθησε να ανέβει στη σκηνή, ο Waters του φώναξε: «Come here piggy, piggy, come» και όταν αυτός πλησίασε αρκετά, ο Waters τον έφτυσε στο πρόσωπο. Αργότερα ο Waters σκέφτηκε καλύτερα τόσο το συγκεκριμένο γεγονός όσο και σε ποιο σημείο τον είχε εκτοξεύσει η δημοτικότητα των Pink Floyd.
Όπως δήλωσε πολύ αργότερα ο ίδιος, ο Waters είχε αρχίσει να φαντάζεται βόμβες να πέφτουν κατά τη διάρκεια της συναυλίας πάνω στους θεατές και αυτοί να είναι τόσο εκστασιασμένοι μέσα στην ηδονή της μουσικής, που να ουρλιάζουν από δέος και να ηδονίζονται με τον πόνο. Τέτοιες και πολλές ακόμη σκηνές φανταζότανε καθώς έπαιζε μπροστά σε ένα τόσο μεγάλο κοινό. Φυσικά και τα υπόλοιπα μέλη των Pink Floyd ένιωθαν παρόμοια αποξένωση με το κοινό τους, αλλά δεν τη βίωναν σε τόσο έντονο και διεστραμμένο βαθμό όσο ο Waters.
Ο Roger Waters, λοιπόν, βρέθηκε σε αδιέξοδο και τελικά βγήκε εκτός εαυτού. Έπρεπε να κάνει μία ενδοσκοπική «βουτιά» στον εαυτό του και, μέσω της αυτοκριτικής, να μπορέσει να ξαναγίνει αυτός που ήτανε κάποτε. Από τον Ιανουάριο του 1978 απομονώθηκε και μέσα από διεργασίες αυτοκριτικής, μίσους, αλλοτρίωσης και πολλές φορές αυτολύπησης με τάσεις αυτοκτονίας, συνειδητοποίησε ότι η συμπεριφορά του ήταν κακή και ότι όσο η καριέρα του έπαιρνε την ανηφόρα τόσο μεγάλωνε το εγώ του. Από εκείνη τη στιγμή, όπως έλεγε, γεννήθηκε η ιδέα να γράψει ένα άλμπουμ για την αλλοτρίωση ενός αστέρα της μουσικής βιομηχανίας. «Τότε διαπίστωσα ότι ανάμεσα σε εμάς και το κοινό μας υψώθηκε ένας τοίχος και αυτό οφείλεται στην αλαζονεία και την απληστία μας».
Έτσι, μέσα από τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού του και συγκλονισμένος από τις πράξεις του, έβγαλε αυτόν τον κύκλο οργισμένων τραγουδιών που αποτέλεσε το magnum opus του: το άλμπουμ «The Wall», το οποίο ήταν η προσωπική του εξομολόγηση για την αποξένωσή του από το κοινό. Παράλληλα, όμως, ήταν και μια σχεδόν αυτοβιογραφική διήγηση για τη σχέση του με τη μητέρα του, την παράνοια του εκπαιδευτικού συστήματος -μια κρεατομηχανή που μετατρέπει τα παιδιά σε άβουλα πλάσματα-, την προδοσία της πρώην γυναίκας του, αλλά και τη σύγκρουσή του με την αδηφάγο μουσική βιομηχανία.
Η σύνθεση ,τώρα, του «The Wall» αποτέλεσε αληθινή ψυχική δοκιμασία για τον Roger Waters, κάτι σαν προσωπική λύτρωση. Έτσι, όταν στα τέλη του 1978 εμφανίστηκε στο συγκρότημα με demos που γέμιζαν όχι ένα αλλά τρία άλμπουμς, τα υπόλοιπα μέλη έμειναν έκπληκτα καθώς είχαν απομακρυνθεί από το συγκρότημα και την ομαδική δουλειά και δεν είχαν να προσφέρουν καθόλου καινούριο υλικό. Αυτό έκανε έξαλλο τον ιδιαίτερα ιδιότροπο Waters, ο οποίος δεν είχε καλές σχέσεις με τους υπόλοιπους. Δεν δίσταζε σε καμία περίπτωση να δείχνει ότι αυτός είναι ο αρχηγός, με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα μέλη να αγανακτούν με τη συμπεριφορά του και να θέλουν να επιβάλλουν μια ισορροπία. Το ποτήρι όμως είχε ξεχειλίσει για τον Waters. Η ψυχροπολεμική κατάσταση που είχε αρχίσει να εμφανίζεται ανάμεσα στους Pink Floyd είχε φτάσει στην κορύφωσή της. Ο Waters έχοντας αγανακτήσει με το γεγονός ότι ο Wright μετά το «Wish You Were Here» προσέφερε ελάχιστα στο συγκρότημα δεν του άφησε δεύτερη επιλογή. Απαίτησε, λοιπόν, την αποχώρηση του Wright διαφορετικά δεν θα παρέδιδε τα demos και οι Pink Floyd θα έμεναν χωρίς υλικό για δίσκο.
Τελικά, μετά από έντονους διαπληκτισμούς, ο Wright συμφώνησε να φύγει από το συγκρότημα μετά την κυκλοφορία και την προώθηση του «The Wall». Ο Waters με τη σειρά του παρέδωσε τα demos στους υπόλοιπους αλλά ήταν προφανές ότι κάποια κομμάτια έπρεπε να κοπούν ή να διαγραφούν τελείως για να χωρέσουν έστω σε διπλό δίσκο. Γενικά, από μουσικής άποψης, η δουλειά του Waters δεν άρεσε πολύ στους υπόλοιπους. Ο Gilmour έκρινε πως μερικά κομμάτια έπρεπε να αλλαχθούν από λίγο έως ριζικά ενώ το ένα demo από τα τρία απορρίφθηκε και τελικά χρησιμοποιήθηκε αργότερα στον προσωπικό δίσκο του Roger Waters «The Pros And Cons Of Hitchhiking».
Παρόλες τις δυσκολίες, το άλμπουμ «The Wall» κατάφερε να φτάσει στην 25η θέση των πιο εμπορικών άλμπουμς παγκοσμίως έχοντας πουλήσει 30 εκατομμύρια αντίτυπα!
Beatles:Η συναυλία στην ταράτσα
Στις 30 Ιανουαρίου του '69, οι Beatles έπαιξαν «ζωντανά» για τελευταία φορά στην καριέρα τους. Η συναυλία έλαβε χώρα στην οροφή του κτιρίου της Apple. Στο νούμερο 3 της Saville Row, δύο κιθάρες, ένα μπάσο, ένα ντραμ, ο Τζον, ο Τζορτζ, ο Πολ κι ο Ρίνγκο. «Πάμε τώρα όλοι μαζί...»
Ήταν μια δύσκολη εποχή για τους Beatles. Η Apple δεν πήγαινε καλά, αφαιρώντας εβδομαδιαίως τουλάχιστον 20.000 λίρες από τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Η ηχογράφηση του «White Album» τους είχε δυσκολέψει πάρα πολύ,κάτι το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα να διαλύσει τα νεύρα τους και τους μεταξύ τους δεσμούς. Αφοσιωμένοι πλέον σε οικογένειες και προσωπικά ζητήματα, οι Beatles δεν θύμιζαν το συγκρότημα του παλιού καλού καιρού...
Κάτι έπρεπε να γίνει. Κάποιος έπρεπε να πάρει την ευθύνη και να τους βγάλει από το αδιέξοδο. Ποιός άλλος;Ο Πολ Μακ Κάρτνεϊ, που είχε αναλάβει τις τρέχουσες υποθέσεις του γκρουπ μετά το θάνατο του Μπράιαν Επστάιν. Η ιδέα του; Άμεση επιστροφή στη σκηνή, στις «ζωντανές» εμφανίσεις. Και οι απαντήσεις; Καταφατική από τον Ρίνγκο, μάλλον αρνητικές από τον Τζον και τον Τζορτζ.
Η ακινησία συνεχίζεται λοιπόν μέχρι που βγήκε το «Let It Be». Οι Beatles χρωστούσαν μια ακόμη ταινία στο συμβόλαιό τους με την εταιρεία United Artists. Μετά το «A Hard Day's Night» και το «Help! », ήταν υποχρεωμένοι να γυρίσουν και τρίτο φιλμ.Η ασυνεννοησία,όμως, διαπρέπει γι' ακόμη μια φορά και ως εκ τούτου βρέθηκε λύση συμβιβαστική: Να φιλμαριστεί η ηχογράφηση του «Let it Βe». Γι' αυτήν τη δουλειά, βρέθηκε ο σκηνοθέτης Μάικλ Λίντσεϊ-Χογκ που είπε αμέσως το «ναι». Στις 2 Ιανουαρίου του '69, ξεκίνησαν τα γυρίσματα στο Τουίκενχαμ. Πολλές πρόβες, ανταλλαγή απόψεων και πολλές διαφωνίες, πολλά μερόνυχτα στο στούντιο. Ομως ο Λίντσεϊ-Χογκ ήθελε την τετράδα ενωμένη. Ηθελε μια δυνατή παρουσίαση για την ταινία του. Νέες συσκέψεις, νέοι καβγάδες, νέο μπλοκάρισμα...
Ο σκηνοθέτης πρότεινε στους Beatles να ταξιδέψουν ως την Τυνησία και να εμφανισθούν σε ένα αρχαίο ρωμαϊκό αμφιθέατρο. Ακούστηκαν επίσης μέρη όπως το υπερωκεάνιο «QE II», ο καθεδρικός ναός του Λίβερπουλ και το βρετανικό Kοινοβούλιο. Τελικά, το πήραν απόφαση στις 29 Ιανουαρίου: θα ανέβαιναν απλώς τις σκάλες της Apple και θα έπαιζαν, στην ταράτσα, δωρεάν για τους Λονδρέζους.
Πρωί πρωί,λοιπόν, οι άνθρωποι της εταιρείας ξαμολύθηκαν για ψώνια και προμήθειες. Καλώδια, βύσματα, σανίδια (για να μην αντηχεί το τσιμέντο της οροφής), καλσόν (για να μην τσακίζει τα μικρόφωνα ο άνεμος), αναλόγια, τασάκια, μπίρες, τα πάντα έτοιμα ώς το μεσημέρι. Ως τη στιγμή που τα σκαθάρια είπαν «Υeah» και τα όργανα πήραν φωτιά!
Η συναυλία κράτησε μόλις 42 λεπτά. Τόσο χρειάστηκε η αστυνομία του Λονδίνου για να επέμβει και να επιβάλει την τάξη. Δεν έγινε δα και τίποτα, μιας και οι περισσότεροι ήταν φαν των Beatles, παρόλα αυτά η συναυλία κόπηκε στη μέση. Πρόλαβαν, ευτυχώς, να τραγουδήσουν το «Get Back», το «Don't Let Me Down», το «I 've Got a Feeling», το «Οne After 909», το «Dig a Pony», καθώς και αποσπάσματα από τον εθνικό ύμνο της Βρετανίας και τον ιρλανδέζικο φολκ ύμνο «Danny Boy».
Τριάντα χρόνια μετά ο τότε 17άρης τελειόφοιτος λυκείου Στιβ Ντέβιν, θυμάται: «Το 'χαμε σκάσει μ' έναν κολλητό μου απ' το σχολείο και γυρνάγαμε στο Λονδίνο. Ήμασταν στην Οξφορντ Στριτ και ξαφνικά ακούσαμε δυνατή μουσική. Είδαμε κόσμο να κατευθύνεται προς το σαματά και τους ακολουθήσαμε. Μόλις στρίψαμε τη γωνία, καταλάβαμε ποιοι έπαιζαν, παρ' ότι δεν μπορούσαμε να τους δούμε. Ήταν υπέροχα. Μόνο οι αστυνομικοί ενοχλούνταν από τους «χούλιγκαν» που διατάρασσαν την ησυχία της πρωτευούσης. Όλοι οι υπόλοιποι μακάριζαν την τύχη τους, που μπορούσαν μέρα μεσημέρι να ακούνε τους Beatles. Tι παραπάνω δηλαδή μπορούσε να ζητήσει κανείς; Δωρεάν μπροστά σου να παίζει ζωντανά το καλύτερο συγκρότημα στον κόσμο! »
Ζωντανά και για τελευταία φορά. Με τις νότες του «Get Back» να αντηχούν πάνω από τις αστυνομικές σειρήνες, το παραμύθι τελείωσε για πάντα...
Ένα χρόνο αργότερα, ούτε ένα «σκαθάρι» δεν παρέστη στην πρεμιέρα του φιλμ «Let Ιt Be». Εμειναν μόνο η συγκίνηση της στιγμής και ο μύθος της συναυλίας στην ταράτσα. Συν η φωνή του Λένον να αποχαιρετά τον κόσμο, λίγο πριν κλείσει το μικρόφωνό του: «Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω εκ μέρους του γκρουπ, ελπίζοντας ότι περάσαμε επιτυχώς τις εξετάσεις μας...»
Λίγα λόγια για τον Miles...
O Miles Davis (26/05/1926 - 28/09/1991) ήταν ένας Αμερικανός τζαζ μουσικός, τρομπετίστας και συνθέτης. Θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικούς του 20ου αιώνα και ήταν, με τα μουσικά συγκροτήματά του, στην πρώτη γραμμή πολλών σημαντικών εξελίξεων στη μουσική τζαζ, συμπεριλαμβανομένης της bebop , cool jazz , hard bop , modal jazz και jazz fusion .
Το 1944, στα 18 του χρόνια πρωτάκουσε τον Τσάρλι Πάρκερ και τον Ντίζι Γκιλέσπι να παίζουν μαζί στο Σεντ Λούις του Μιζούρι. Αυτό έφτανε. Εγκατέλειψε τα σχέδια του που μέχρι τότε τον οδηγούσαν στην ιατρική και για πολλούς ευτυχώς καθώς η θέση του ήταν δίπλα στα ιερά τέρατα της τζαζ ή της «μαύρης μουσικής» όπως ο ίδιος προτιμούσε να την αποκαλεί.
Δεν του πήρε πολύ καιρό να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη, το κέντρο της σκηνής της bebop για να πάρει μία θέση που δικαιωματικά του ανήκε στην πιο γνωστή μουσική σχολή του κόσμου, το Julliard. Κι όμως όσο γρήγορα βρέθηκε εκεί αλλά τόσο γρήγορα έφυγε. Και τη μαθητεία του την έκανε στους δρόμους, στα τζαζ μπαρ και τα σοκάκια της πόλης. Θα περιπλανηθεί με τους όμοιους του, μουσικούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς και θα κάνει τις τολμηρές μουσικές του προσεγγίσεις που θα τον καθιερώσουν στα μάτια των εραστών της τζαζ. Δεν θα φοβηθεί ποτέ κανέναν πειραματισμό... «Ήμασταν κάτι σαν επιστήμονες του ήχου» περιγράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του. «Και η πόρτα να έτριζε μπορούσαμε να πούμε ακριβώς τι νότα ήταν ο ήχος».
«Επιστήμονας του ήχου» ο Μάιλς Ντέιβις υπήρξε και είναι ακόμη μία από τις σημαντικότερες φιγούρες στην ιστορία της τζαζ και μαζί με τον Τσάρλι Πάρκερ «γέννησαν» το bebop τη δεκαετία του ’40. Ο αυτοσχεδιασμός ήταν στο αίμα του και οι πειραματισμοί του πολλοί. Τη δεκαετία του ’70 κατέληξαν σε ένα νέο μουσικό είδος το «fusion» μία μαγική μίξη τζαζ και ροκ. Στην καριέρα του συνεργάστηκε με τους κορυφαίους Charlie Parker, Charles Mingus, Gil Evans, Gerry Mulligan, John Coltrane, Herbie Hancock.
Ο πιο επιτυχημένος εμπορικά δίσκος του είναι το «Bitches Brew» ωστόσο αυτοί που σίγουρα ξεχωρίζουν είναι το «Kind of Blue» και το «Sketches of Spain» χωρίς τους οποίους, όπως κάποιος μελετητής του έργου του έγραψε... ο κόσμος ολόκληρος θα ήταν πιο θλιβερός. Κι έγινε λίγο, όταν στις 28 Σεπτέμβρη του 1991, ο «μάγος» της τζαζ έφυγε από τη ζωή.
Για περισσότερο από μισό αιώνα, ο Μάιλς Ντέιβις δέσποσε στη μουσική σκηνή της τζαζ, επηρέασε πάρα πολλούς μουσικούς και σφράγισε την εξέλιξη της μουσικής του εικοστού αιώνα όσο λίγοι, πετυχαίνοντας να παραμένει πάντα στην πρωτοπορία των εξελίξεων.
Πολλές βιογραφίες έχουν εκδοθεί μέχρι τώρα για τον Μάιλς Ντέιβις, αλλά είναι η πρώτη φορά που ο μεγάλος τρομπετίστας της τζαζ μιλάει για τον εαυτό του, τη ζωή του και την πολύκροτη καριέρα του. Μιλάει για το πρόβλημα των ναρκωτικών στα μουσικά κυκλώματα, καυτηριάζει το ρατσισμό στην αμερικανική κοινωνία, αλλά πάνω απ' όλα μιλάει για τη μουσική και τους θρύλους της τζαζ με τους οποίους κατά καιρούς συνεργάστηκε: τον Μπερντ (Τσάρλι Πάρκερ), τον Ντίζυ, τον Μονκ, τον Μίνγκους, τον Κολτρέιν και τόσους άλλους. Ο άνθρωπος που μας μάγεψε με τη μουσική του μας προσφέρει τώρα μια συναρπαστική βιογραφία, που περιέχει όλη σχεδόν την ιστορία της σύγχρονης τζαζ, μαζί με σύντομη δισκογραφία και 32 σελίδες σπάνιου φωτογραφικού υλικού.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)